"Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία." Ισοκράτης (436 π.Χ-338 π.Χ. )

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015

.Δάνεια και αιχμαλωσία

Χρήστος Γιαννίμπας 
Πριν από περίπου δύο μήνες έγραψα το άρθρο «Δάνεια και αιχμαλωσία». Σ’ αυτό, για πολλοστή φορά, προσπάθησα να παρουσιάσω την ουσία της αιχμαλωσίας όχι μόνο του δανειολήπτη αλλά και όλων μας. Δανειοληπτών και μη. Επειδή επίκειται νομοθετική βελτίωση του νόμου Κατσέλη, επανέρχομαι σε δύο συγκεκριμένα ζητήματα.
Αρχικά να σας πω ότι το «Δάνεια και αιχμαλωσία» είναι εις γνώση και του πρωθυπουργού (Α. Τσίπρα) και του Α’ αντιπροέδρου (Γ. Δραγασάκη). Φυσικά τα έδωσαν στα αρμόδια πρόσωπα (τα ονόματα δεν έχουν σημασία) για «επεξεργασία». Τους αξίζουν πολλά μπράβο που το έκαναν. Οι προηγούμενοι τα πέταγαν στο καλάθι των αχρήστων. Στη συνέχεια θα δείτε τι μου απάντησαν οι αρμόδιοι.
Ζήτημα Α. Ξεκινώ με ένα παράδειγμα. Ο «Χ» είναι 50 ετών και έχει χρέος (ως δανειολήπτης ή εγγυητής) 250.000 € ενώ η τράπεζα έχει προσημείωση υποθήκης στο μοναδικό του σπίτι γι’ αυτό το ποσό. Με απόφαση του Ειρηνοδικείου γίνεται 100.000 € και δόση 260,42 € το μήνα για 32 χρόνια (260,42 x 12 x 32 = 100.000), όταν ο δανειολήπτης θα είναι 82 ετών (το προσδόκιμο ζωής που ορίζουν τα ειρηνοδικεία). Έστω η τράπεζα προσφεύγει στο Πρωτοδικείο που αποδέχεται την πρωτόδικη απόφαση του Ειρηνοδικείου. Δοθέντος ότι τέτοιες υποθέσεις δεν πάνε Άρειο Πάγο, ο «Χ» έχει στα χέρια τουτελεσίδικη απόφαση.
Το δικαστήριο λοιπόν αποφάσισε και διέταξε «κούρεμα» του δανείου (κατά 150.000 €). Τι ισχύει σήμερα. Το δικαστήριο «κούρεψε» το δάνειο. ΟΧΙ όμως και η τράπεζα. Έτσι, αν ο δανειολήπτης πεθάνει μετά τα 82 του, οπότε θα έχει αποπληρώσει τις 100.000 € που όρισε το δικαστήριο, έχει καλώς. Μπορεί να μεταβιβάσει το σπίτι του στα παιδιά του και γενικότερα να το κάνει ό, τι θέλει. Τι γίνεται όμως αν ο δανειολήπτης πεθάνει πιο πριν; Έστω ο «Χ» πεθαίνει στα 70 του (δηλαδή 20 χρόνια μετά την απόφαση).
Στην 20ετία θα έχει ήδη πληρώσει (20 χρόνια x 12 μήνες x 260,42 € δόση/μήνα =) 62.500,80 €. Τι γίνεται τώρα με το σπίτι; Αν (π.χ.) το παιδί του κάνει αποδοχή κληρονομιάς τότε χρωστάει στην τράπεζα το αρχικό δάνειο συν τους τόκους 20 ετών μείον αυτά που πλήρωσε ο μακαρίτης. Αν θεωρήσουμε ένα επιτόκιο 3,5% (ανύπαρκτο αλλά έστω) τότε χρωστάει: 250.000 (αρχικό δάνειο) συν τόκους (20 χρόνια x 3,5% επιτόκιο x 250.000 κεφάλαιο =) 175.000 μείον τις 62.500 (που πλήρωσε ο μακαρίτης). Δηλαδή παίρνει το σπίτι και «προίκα» ένα χρέος 362.500 € !!! Φυσικά, δεν υπάρχει γήινος (ούτε καν τρελός) που θα αποδεχτεί την κληρονομιά ενός σπιτιού και μαζί της το χρέος των 362.500 €. Συμπεράσματα.
(1) Ο «Χ» μετά τα 50 του και την «καταπληκτική» απόφαση του δικαστηρίου για «κούρεμα», έζησε άλλα 20 χρόνια, πλήρωσε 62.500 € και πέθανε χωρίς να αφήσει στα παιδιά του το σπίτι. Δηλαδή, ουσιαστικά το σπίτι το είχε έτσι κι αλλιώς χάσει, παρά την απόφαση του δικαστηρίου, και απλώς η τράπεζα του επέτρεψε να μένει σ’ αυτό με «ενοίκιο» τα 260,42 της € δόσης.
(2) Στα 20 χρόνια που έζησε, μετά την απόφαση, σε όλοτο τραπεζικό σύστημα (κι όχι μόνο στην δανειοδότρια τράπεζα) εμφανιζόταν με χρέος 250.000 συν τους τόκους. Δηλαδή, ήταν αποκλεισμένος από το σύστημα. Ούτε καν μια νέα αρχή δεν μπορούσε να κάνει. Είναι κάτι περισσότερο από πρόδηλο πως η δικαίωση στα δικαστήρια και το «κούρεμα», αξίζει και έχει νόημα μόνο γι’ αυτούς που έχουν συμβόλαιο με το Θεό πως θα πεθάνουν μετά τα 82 τους.
Οι αρμόδιοι (;) ΔΕΝ διέγνωσαν καμία στρέβλωση. Στην πρότασή μου (ακολουθεί στη συνέχεια) η απάντησή τους ήταν. «Η διαφορά μεταξύ σύμβασης και δικαστικής διευθέτησης οφειλών είναι ότι στη μεν σύμβαση συμφωνούν τα συμβαλλόμενα μέρη, ενώ η δικαστική διευθέτηση/απόφαση επιβάλλεται. Δεν είναι συνεπώς δυνατόν, με το θάνατο του αιτούντος, η δικαστική απόφαση να μετατρέπεται σε σύμβαση μεταξύ κληρονόμων και πιστωτών. Γενικά, η πρόταση αυτήαντίκειται στην έννομη τάξη μας και δεν μπορεί να εφαρμοστεί.»
Καλοπροαίρετα θεωρώ πως ΔΕΝ κατάλαβαν. Το ζήτημα δεν είναι «με το θάνατο του αιτούντος, η δικαστική απόφαση να μετατρέπεται σε σύμβαση μεταξύ κληρονόμων και πιστωτών», όπως γράφουν. Αφήστε τους κληρονόμους. Ξεχάστε τους. Δεν υπάρχουν. Το ζήτημα δεν αφορά αυτούς. Αυτό που προτείνω είναι η τελεσίδικη δικαστική απόφαση για το δανειολήπτη(επαναλαμβάνω, ξεχάστε τους κληρονόμους) πρέπει να είναι οριστικά και αμετάκλητα δεσμευτική για την τράπεζα.
Πρόταση Α. Η τελεσίδικη δικαστική απόφαση είναι υποχρεωτική για την τράπεζα που οφείλει άμεσα να προβεί: (1) σε ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ της αρχικής σύμβασης δανείου με μια ΝΕΑ (2) για το ποσό, την μηνιαία δόση και το χρόνο αποπληρωμής που αποφάσισε το δικαστήριο και (3) ταυτόχρονα, η υπάρχουσα προσημείωση υποθήκης προσαρμόζεται στο ποσό οφειλής που αποφάσισε το δικαστήριο.
Αν και δεν είμαι νομικός, που «αντίκειται στην έννομη τάξη μας και δεν μπορεί να εφαρμοστεί» μια τέτοια νομοθετική ρύθμιση; Γιατί δεν μπορεί να ψηφιστεί νόμος με το αυτονόητο της εφαρμογής και ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣστις δικαστικές αποφάσεις; Τονίζω το προσαρμογή στις δικαστικές αποφάσεις. Κι αυτές έχουν και ποσοτικόχαρακτήρα. Κι αυτό θα έχει νόημα μόνο αν υπάρχει ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ της σύμβασης στα δεδομένα που διατάζει το δικαστήριο.
Τώρα τι συμβαίνει; Έχουμε ΔΥΟ συμβάσεις!!! Μία του δικαστηρίου που «τρέχει» και μία εν υπνώσει στα συρτάρια της τράπεζας. Μα είναι δυνατόν για έναν και τον αυτό δανειολήπτη, για ένα και το αυτό δάνειο, για μία και την αυτή προσημείωση υποθήκης να υπάρχουν ΕΝ ΙΣΧΥ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΔΥΟ δανειακές συμβάσεις; Αυτή που αποφάσισε και διέταξε το δικαστήριο (για ποσό, δόση, διάρκεια) ισχύει ναι ή όχι; Ισχύει. Η αρχική που έχει στο συρτάρι η τράπεζα ισχύει ναι ή όχι; Κι αυτή ισχύει. Λες και δεν έγινε ποτέ δικαστήριο, λες και δεν αποφάσισε τελεσίδικα.
Ας μην κρύβονται πίσω από κληρονόμους. Ξεχάστε τους. Ο δανειολήπτης «Χ» χωρίς το (1) και το (3) είναι ή δεν είναι αποκλεισμένος από το σύστημα; Αν αύριο θέλει να πάρει ένα δάνειο π.χ. 30.000 (να ανοίξει ένα μαγαζάκι, να επισκευάσει το σπίτι του κ.λπ.) ποια τράπεζα θα του το δώσει; Καμία γιατί σε ΟΛΕΣ εμφανίζεται να χρωστά250.000 συν τους τόκους. Μήπως μπορεί να βάλει υποθήκη το σπίτι; ΟΧΙ βέβαια, αφού αυτό είναι ήδη υποθηκευμένο για 250.000 €. Το δικαστήριοαποφάσισε πως ο δανειολήπτης χρωστά ΟΧΙ 250.000 αλλά 100.000 €. Ε και; Η «μπογιά» των δικαστικών αποφάσεων δεν πιάνει στις τράπεζες αφού … θίγεται η «Έννομη τάξη»!!!!
Επαναλαμβάνω δεν είμαι νομικός. Θεωρώ όμως πως έχω αυτό που λέμε κοινό νου. Κι αυτός μου λέει πως ΔΕΝ είναι «έννομη τάξη» η ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ ύπαρξη δύο εν ισχύδανειακών συμβάσεων. Το δικαστήριο αποφάσισε καιδιέταξε ο «Χ» να χρωστά 100.000 €. Τελεία και παύλα. ΔΕΝ διέταξε να χρωστάει 100.000 ζωντανός και 250.000 συν τόκους πεθαμένος. Ε, δεν θα μας τρελάνετε με τις πουστιές των τραπεζών.
Εν κατακλείδι, τι θα πει «έννομη τάξη»; Κι αν ακόμα αυτός ο παραλογισμός είναι η «έννομη τάξη», αλλάχτε την. Γι’ αυτό ψηφιστήκατε, γι’ αυτό είστε κυβέρνηση. Έννομη τάξη ήταν και ο νόμος 4000 για τους έχοντες μακριά μαλλιά. «Έννομη τάξη» ήταν και η χούντα. Σαν να μην φτάνει που κρατάτε στην «έννομη τάξη» το νόμο του δικτάτορα Μεταξά, με βάση τον οποίο ΔΕΝ εκτελείται η τελεσίδικη απόφαση των ανωτάτων δικαστηρίων για τις αποζημιώσεις των συγγενών των σφαγιασθέντων στο Δίστομο.
Ζήτημα Β. Ας ξεκινήσω πάλι με ένα παράδειγμα. Έστω μια (οικογενειακή) επιχείρηση στο όνομα του συζύγου στην οποία εργάζεται και η σύζυγος (ή και το ανύπανδρο παιδί). Ο σύζυγος, δηλαδή η επιχείρηση, έχει γράψει την εργαζόμενη σύζυγο στο ΙΚΑ και πληρώνει κανονικά και εμπρόθεσμα τις ασφαλιστικές εισφορές (κι αυτές που αναλογούν στην επιχείρηση και αυτές που αναλογούν στην εργαζόμενη σύζυγο). Κάνουν (κοινή) φορολογική δήλωση και στις αντίστοιχες στήλες εμφανίζει αυτός μεν τα εισοδήματά του, αυτή δε (η σύζυγος) τα δικά της από μισθωτές υπηρεσίες. Βεβαίως πληρώνουν τους φόρους που τους καταλογίζονται.
Έστω τώρα πως ο σύζυγος (η επιχείρηση) έχει πάρει δάνειο με υποθήκη την πρώτη (και μοναδική) κατοικία τους. Επικαλούνται το νόμο «Κατσέλη» και πάνε στο δικαστήριο. Προσέξτε τώρα τι λέει η τράπεζα. Ο μισθός της συζύγου που εμφανίζεται στη δήλωση εισοδήματος είναι εικονικός. Ο σύζυγος (η επιχείρηση) ΔΕΝ πλήρωνε τη σύζυγο και άρα εξαπάτησε την τράπεζα, της προκάλεσε επισφάλεια κ.λπ.
Βρείτε τώρα εσείς 100% μη αμφισβητούμενο τρόπο να αποδειχθεί ότι αυτό δεν ισχύει. Κι αν ακόμα ο σύζυγος είχε κάμερα και κατέγραφε in natura την πληρωμή του μηνιάτικου στη σύζυγο, κι αν ακόμα κατέθετε σε προσωπικό της τραπεζικό λογαριασμό το μισθό της, κι αν … Ό,τι και να σκεφτείτε η τράπεζα επικαλείται εικονικότητα και άρα εξαπάτηση, επισφάλεια κ.λπ. Ξέρω τι θα πείτε. Είναι δυνατόν το δικαστήριο να δεχτεί αυτές τις αιτιάσεις της τράπεζας;
Δυστυχώς η απάντηση είναι ΝΑΙ. Επαναλαμβάνω, ΝΑΙ. Έχασα το λογαριασμό πόσα δικαστήρια θεώρησαν την μισθοδοσία συζύγου σε σύζυγο εικονική. Μα, θα πείτε, η απόδειξη πληρωμής ασφαλιστικών εισφορών αλλά και η φορολογική δήλωση όπου φαίνονται οι απολαβές από μισθωτές υπηρεσίες, δεν το αποδεικνύουν; Για κάποια δικαστήρια ΟΧΙ. Ίσως γιατί θεωρούν μαζοχιστές τους συζύγους που πληρώνουν εισφορές στο ΙΚΑ και φόρους τάχα εικονικών εισοδημάτων.
Πονηρή η τράπεζα, ΔΕΝ αμφισβητεί ότι ο/η σύζυγος πράγματι εργάζεται στην επιχείρηση του/της συζύγου. Προσβάλει ότι ο/η σύζυγος δεν παίρνει όντως μισθό από τον/την σύζυγο και άρα είχε εικονικά εισοδήματα. Δηλαδή, η τράπεζα ποντάρει στο γεγονός πως δεν υπάρχει 100% μη αμφισβητούμενος τρόπος να αποδειχτεί το αντίθετο. Αφού ΔΕΝ αποδεικνύεται από τις ασφαλιστικές εισφορές στο ΙΚΑ και τα εκκαθαριστικά, μην ψάχνετε τσάμπα. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ αδιαμφισβήτητος τρόπος.
Είναι απίστευτο αλλά δυστυχώς αυτά έχουν ήδη συμβεί. Πιθανόν παλιότερα να μην είχε νόημα να νομοθετηθεί το αυτονόητο. Στις μέρες μας με εκατοντάδες χιλιάδες περιπτώσεις «ανοικτές», με εκατοντάδες χιλιάδες οικογενειακές επιχειρήσεις, τελικά πρέπει να νομοθετηθεί και δη με αναδρομική ισχύ. Έτσι, προτείνω μια νομοθετική ρύθμιση του αυτονόητου.
Πρόταση Β. Εργαζόμενος/η σε οικογενειακή επιχείρηση (μικρή, μεσαία, ατομική κ.λπ.) που είναι εγγεγραμμένος στο ΙΚΑ, πληρώνει τις ασφαλιστικές του εισφορές και φορολογείται για τα εισοδήματά του από μισθωτές υπηρεσίες, αυτοδίκαια θεωρείται πως έχειαυτά τα εισοδήματα και ΔΕΝ χρειάζεται να αποδείξει σε δικαστήριο ή άλλο κρατικό όργανο πως εισπράττει (in natura ή αλλιώς) το μισθό του.
Είναι εκατοντάδες χιλιάδες οι οικογενειακές επιχειρήσεις και πάρα πολλές κινδυνεύουν να χάσουν την πρώτηκατοικία τους από αυτές τις προστυχιές (ξέρω, είμαι επιεικής) των τραπεζών. Υπάρχουν ΗΔΗ αποφάσεις και αυτές δημιουργούν κακό προηγούμενο. Είναι να μην γίνει η αρχή. Κλείνω με την απάντηση των αρμοδίων: «Όσο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, αγωνιστήκαμε και αγωνιζόμαστε συνεχώς.»
Μάλιστα. Στο μεταξύ όμως άνθρωποι χάνουν την πρώτη κατοικία τους (και μοναδικό περιουσιακό στοιχείο), γιατί δεν μπορούν να αποδείξουν ότι δεν είναι ελέφαντες. Γιατί κάποιοι δικαστές και δικαστίνες ζουν στην κοσμάρα τους και αποδέχονται τον απαράδεκτο ισχυρισμό, το σωστό είναι πουστιά, των τραπεζών και των αισχρών δικηγόρων τους που σκαρφίστηκαν την πουστιά. [*]
Εδώ και τώρα ψηφίστε τις παραπάνω προτάσεις Α και Β. Ποιος θα σας ψέξει γιατί ψηφίσατε πως 1+1=2; Εκτός αν συντάσσεστε με την άποψη των τραπεζών, οπότε έχετε τη στοιχειώδη υποχρέωση και ηθικό καθήκον, να υποδείξετε μη αμφισβητούμενο τρόπο που σύζυγος θα αποδεικνύει ότι ο μισθός του/της στην επιχείρηση της/του συζύγου είναι πραγματικός και όχι εικονικός. Τότε σίγουρα θα πάρετε και όλα τα Όσκαρ.
ΥΓ. Έχω την εντύπωση πως οι αρμόδιοι ή δεν κατάλαβαν, ή ζουν σε άλλο πλανήτη. Σε κάθε περίπτωση θεωρώ πως τελικά την ευθύνη θα την φορτωθούν και ο Τσίπρας και ο Δραγασάκης. Ίσως πάλι να κάνω λάθος ή να ζω εγώ στην κοσμάρα μου.

Παραπομπή
[*] Λόγω χώρου, ένα μόνο παράδειγμα απόφασης δικαστηρίου (οι υπογραμμίσεις δικές μου). «… στις φορολογικές του δηλώσεις δήλωνε εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες …. προκύπτει ότι προκάλεσε άγνοια της επισφάλειας προς την καθ’ ης η αίτηση πιστώτριά του, καθώς την παραπλανούσε προσκομίζοντας εκκαθαριστικά σημειώματα της εφορίας και βεβαιώσεις μισθοδοσίας μη ανταποκρινόμενες στην πραγματικότητα και έτσι τα εισοδήματα του από μισθωτές υπηρεσίες ήταν εικονικά.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε […]»

Ο εν λόγω σύζυγος όπως και η εργοδότης σύζυγός του,αποδεδειγμένα (με επίσημα παραστατικά) πλήρωναν και το ΙΚΑ και την εφορία. Αυτά δεν αμφισβητήθηκαν ούτε από την τράπεζα ούτε από το δικαστή. Έλα όμως που δεν μπορεί να αποδειχτεί ότι ο μισθός δεν ήταν εικονικός. (ΔΕΝ υπάρχει τρόπος απόδειξης). Είχε μάλιστα το «θράσος» να πει στο δικαστήριο την αλήθεια που ξέρουν όλοι οι έλληνες. «Με τη σύζυγό μου είχαμε πάντα κοινό ταμείο. Η γυναίκα μου φυσικά και δεν με πλήρωνε με μετρητά. Θα ήταν σαν να τα παίρναμε από την μία τσέπη και να τα βάζαμε στην άλλη». Ορίστε κ. Δικαστά, αποφαίνεται η δικηγόρος της τράπεζας, ομολογεί πως δεν έπαιρνε μισθό. Άρα μας εξαπάτησε, άρα επισφάλεια. Ο Δικαστής συμφώνησε, το σπίτι «πέταξε». Ζήτω η «Έννομη τάξη». Θάνατος σε όποιον δεν μπορεί να αποδείξει τον τετραγωνισμό του κύκλου.

Η λίστα ιστολογίων μου

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

.

.