Ο Αλέξης Τσίπρας έχει μια εντελώς
διαφορετική δυσκολία συγκριτικά με εκείνες που συνάντησαν οι δύο πολιτικοί
άνδρες που προηγήθηκαν στη μακρά οδό των μνημονίων. Αναμετράται ο ίδιος, στη
διάρκεια των αμέσως επόμενων μηνών, με τις επιπτώσεις των εντελώς δικών του
αποφάσεων.
Στο επιτελείο των βολονταριστών
που υποστηρίζει, σε θέματα τακτικής και ψυχολογίας, τον πρωθυπουργό επικρατεί
μια εξαιρετικά απλουστευτική ερμηνεία.
Υπολογίζουν ότι οι δυσκολίες της
παρούσας πλειοψηφίας θα κρατήσουν το πολύ μέχρι τα τέλη της άνοιξης. Από εκεί
και πέρα τα πράγματα θα είναι ευκολότερα.
Πρώτος, ο αντιπρόεδρος της
κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, περιέγραψε αυτή την προοπτική. Κλήθηκαν οι
βουλευτές και οι οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνουν «πιστοί» για να περάσουν τα
τρία τέταρτα του προγράμματος ώστε μετά να εφαρμοστεί ένα πιο αυθεντικό
«αριστερό» πρόγραμμα.
Ακολούθησε ο υπουργός, Νίκος
Παππάς, που αφήρεσε από τον λογαριασμό το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο,
προσφέροντας στις ίδιες ομάδες του πληθυσμού τροφή αισιοδοξίας, αφού στο θυμικό
της «Αριστεράς» αν αποχωρήσει το Ταμείο θα ανακτήσει η κυβέρνηση την
αυτοδυναμία της μιας και με τους Ευρωπαίους «θα τα βρούμε» ευκολότερα.
Αυτό που δείχνουν να μην
αντιλαμβάνονται είναι ότι, ακόμη κι αν όλα έχουν κυλήσει συμφώνως προς αυτές
τις μαξιμαλιστικές ευχές του Μαξίμου, η κυβέρνηση Τσίπρα θα βρίσκεται ακόμη
στην αρχή όσων πρέπει να γίνουν για να θερμάνει ο ήλιος την οικονομία.
Το Ταμείο βρίσκεται σε ρόλο
παρατηρητή για περισσότερο από έναν χρόνο.
Από τη θέση αυτή, τα στελέχη του
διαπιστώνουν ότι οι τρεις ευρωπαϊκοί θεσμοί (Κομισιόν, Κεντρική Τράπεζα και
Ταμείο Σταθεροποίησης), που δουλεύουν σε απόλυτη συνεννόηση μεταξύ τους, έχουν
αποδεχθεί τη «μερική εφαρμογή του προγράμματος».
Η στάση αυτή απηχεί τη
γαλλογερμανική γραμμή σύμφωνα με την οποία το σωστό με την Ελλάδα είναι «να
αποφευχθεί με κάθε τρόπο η επικείμενη μεγάλη καταστροφή, μέχρις ότου η
αντιπολίτευση είναι σε θέση να επιχειρήσει μια επιτυχημένη επιστροφή στα
ελληνικά πολιτικά πράγματα».
Είναι αλήθεια ότι ο κ. Τσίπρας
βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση. Πριν επιχειρήσει να κάνει κάτι διαφορετικό,
πριν σταματήσει ο κατήφορος της οικονομίας, πρέπει να επαναφέρει τη χώρα εκεί
που την παρέλαβε.
Μέχρι στιγμής, ο πρωθυπουργός
παιδεύεται για να μαζέψει τη ζημιά που ο ίδιος προκάλεσε στην πρώτη θητεία του,
μεταξύ των δύο εκλογικών αναμετρήσεων Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου.
Προσεκτικοί αναλυτές ανακαλούν
τώρα την αξία της παρατήρησης που είχε κάνει ανώτατος Ευρωπαίος αξιωματούχος,
προς επίγνωσιν των στελεχών της τότε αντιπολίτευσης, προκειμένου να μην επιμείνει
ο ΣΥΡΙΖΑ στον εκλογικό εκβιασμό.
«Αφήστε την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου να
συνάψει τη συμφωνία για την προληπτική γραμμή χρηματοδότησης, να κλείσει το
δεύτερο μνημόνιο, να τεθούν σε λειτουργία οι ρυθμίσεις του 2010 για το
ασφαλιστικό και να αντιμετωπιστούν οι ζημίες των τραπεζών από τα “κόκκινα”
δάνεια, αφού, σε κάθε περίπτωση θα είστε οι νικητές των επόμενων εκλογών, όποτε
κι αν γίνουν» έλεγε το συγκεκριμένο στέλεχος, που απηχούσε πεποιθήσεις των
κύκλων του Βερολίνου αλλά και της Ουάσιγκτον.
Το μόνο που είχε να κάνει ο κ.
Τσίπρας ήταν να συμφωνήσει στην εκλογή του μοιραίου Κουβέλη. Αντ’ αυτού,
φορτώθηκε με πέντε μεγάλα βάρη. Την παρ’ ολίγον κατάρρευση των τραπεζών, με
αντίκτυπο μια επώδυνη ανακεφαλαιοποίηση. Την απώλεια της ελεύθερης λειτουργίας
της οικονομίας εντός του ευρώ, μετά την αφαίρεση του πιστοποιητικού (waiver)
της ΕΚΤ για το ευρωσύστημα. Τους περιορισμούς κεφαλαίου.
Ενα τρίτο μνημόνιο και την
ακανθώδη όσο κι εκβιαστική εκπλήρωση προαπαιτουμένων για τον πρώτο έλεγχο. Και,
το χειρότερο, με ένα υπερδωδεκάμηνο νέας ύφεσης των εισοδημάτων και της
παραγωγής, που επιβάρυνε για μιαν ακόμη φορά, τους πολίτες.
Εφόσον η Νέα Δημοκρατία
κατορθώσει, μετά τη 10η Ιανουαρίου, να επιστρέψει στη σκακιέρα της πολιτικής, ο
πρωθυπουργός θα δει να απειλούνται το ένα μετά το άλλο όλα τα δυνατά του
πιόνια.
Μοναδική ελπίδα του θα είναι η απομάκρυνση του σημερινού συνεταίρου του
και η αντικατάστασή του από τους κεντρώους του κ. Λεβέντη, τη Συμπαράταξη των
κεντροαριστερών και, ίσως, την προσέλκυση του «Ποταμιού». Η μετατόπιση της
διακυβέρνησης στο Κέντρο θα είναι, ήδη από την άνοιξη, η μόνη οδός για την
Ελλάδα. Οποιος επιτύχει την «επιστροφή στο Κέντρο» θα κερδίσει την πολιτική
κυριαρχία σε έναν καθόλου μακρινό ορίζοντα.