"Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία." Ισοκράτης (436 π.Χ-338 π.Χ. )

Τρίτη 1 Σεπτεμβρίου 2015

.Το νέο μνημόνιο και η ριζοσπαστική Αριστερά... Το καθήκον της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε αυτές τις συνθήκες

Οι τελευταίες λίγες βδομάδες σημαδεύτηκαν από ιστορικές εξελίξεις στη χώρα μας. Το δημοψήφισμα και η υπογραφή ενός νέου μνημονίου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αποτελούν γεγονότα που επηρεάζουν ισχυρά όχι μόνο το μέλλον της ελληνικής αλλά και της ευρωπαϊκής επίσης Αριστεράς. Θα επηρεάσουν ακόμη την παραπέρα πορεία της ΕΕ και της Ευρωζώνης, η οποία έφτασε στα πρόθυρα της αποσύνθεσης και έδειξε με τον τρόπο που χειρίστηκε την 
κρίση τον πραγματικό ταξικό της χαρακτήρα.

Η υπογραφή ενός νέου μνημονίου από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν μπορεί παρά να αποκληθεί ένας βαρύς, μη αποδεκτός συμβιβασμός και μια συνθηκολόγηση. Αυτό αληθεύει ακόμη πιο πολύ, δεδομένου ότι ο ελληνικός λαός, με το αποφασιστικό «Όχι» του στο δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη, είχε εκφράσει μια μαζική υποστήριξη για μια ρήξη με τις πολιτικές των μνημονίων μόλις μια βδομάδα πριν.

 Ωστόσο, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, και ο ίδιος ο Α. Τσίπρας, επέλεξαν να ευθυγραμμιστούν με τους υπερασπιστές του «Ναι», τις χρεοκοπημένες αστικές ελληνικές πολιτικές δυνάμεις που υποστήριξαν τα προηγούμενα μνημόνια και τις διεφθαρμένες ελληνικές και ευρωπαϊκές κυρίαρχες ελίτ.

Αυτή η επιλογή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ δεν μειώνει στο ελάχιστο τη σημασία του θαρραλέου «Όχι» που ύψωσε ο ελληνικός λαός στο δημοψήφισμα. Αυτό ήταν ένα «Όχι
όχι μόνο ενάντια στις εκβιαστικές προτάσεις συμφωνίας της ΕΕ, αλλά προς τα μνημόνια και τις πολιτικές λιτότητας συνολικά. 

Ο ελληνικός λαός στάθηκε όρθιος ενάντια σε αφόρητες πιέσεις από τα ελληνικά ΜΜΕ, τα κόμματα του κατεστημένου και τους ηγέτες της ΕΕ και έδειξε, με τη στάση και την ψήφο του, ότι είναι έτοιμος και πρόθυμος να υποστηρίξει έναν άλλο δρόμο και να ανατρέψει τις πολιτικές της λιτότητας. Αυτό το αποτέλεσμα, απροσδόκητο ακόμη και στους πιο αισιόδοξους σχολιαστές της Αριστεράς, είναι μια απόδειξη της δυνατότητας και μια έκκληση για αντίσταση προς τους ευρωπαϊκούς λαούς, ως τη μόνη δύναμη που είναι ικανή να παράγει μια ριζοσπαστική αλλαγή.

Η απόφαση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να αγνοήσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και να συμβιβαστεί πλήρως με τους δανειστές πρέπει να κριτικαριστεί από τους ακτιβιστές της Αριστεράς και ιδιαίτερα τους μαρξιστές. Ωστόσο, είναι ουσιώδες να ασκηθεί μια σοβαρή κριτική, που υποδεικνύει με ακρίβεια και εξηγεί τα λάθη της.
Ένας αριθμός δυνάμεων της άκρας και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, στην Ελλάδα όπως και στην Ευρώπη, αποκρίνονται στο συμβιβασμό του ΣΥΡΙΖΑ φωνάζοντας «προδοσία» και επιχειρηματολογούν ότι αποδεικνύει τη χρεοκοπία των ρεφορμιστικών τακτικών και το γεγονός ότι η επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού είναι ο μόνος δρόμος[i]

Ωστόσο, αυτό το είδος της κριτικής παραβλέπει το γεγονός ότι η κατάσταση τον Ιανουάριο, όταν σχηματίστηκε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δεν ήταν επαναστατική, και το ίδιο δεν είναι άμεσα και τώρα. Σε μια τέτοια κατάσταση είναι αναγκαίοι οι ελιγμοί, και το να λέγεται ότι η εστίαση σε ελιγμούς και μεταρρυθμίσεις οδηγεί σε αδιέξοδο, είναι ο λάθος τρόπος για να επιχειρηματολογεί κανείς. Ενώ αυτό αληθεύει μακροχρόνια, δεν αναιρεί την ανάγκη ενός σοβαρού χειρισμού των φάσεων του αγώνα όταν οι ελιγμοί κυριαρχούν και αυτό δεν μπορεί να γίνει καλώντας σε άμεση εφαρμογή επαναστατικών τακτικών.

Στην πραγματικότητα, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κριτικαριστεί όχι γενικά για το ότι επιδόθηκε σε ελιγμούς, αλλά για το ότι έκανε κακούς ελιγμούς. Πρέπει να κριτικαριστεί για τις ταλαντεύσεις και την έλλειψη σχεδίου που επέδειξε στη διάρκεια όλου αυτού του πενταμήνου των ελιγμών και των διαπραγματεύσεων, εξαιτίας των οποίων οδηγήθηκε σε μια θέση στην οποία εξαναγκάστηκε να αποδεχτεί μια ανυπόφορη συμφωνία. Ιδιαίτερα πρέπει να επισημανθούν τα εξής σημεία:

·        Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε πάρα πολύ χρόνο σε χωρίς νόημα διαπραγματεύσεις για μήνες, στις οποίες υποχωρούσε διαρκώς απέναντι στους δανειστές. Η παράταση αυτών των διαπραγματεύσεων ήταν απλά ένα μέσο για τους ηγετικούς κύκλους της ΕΕ ώστε να οδηγήσουν την ελληνική οικονομία στην τωρινή συναλλαγματική ασφυξία. Οι υποτιθέμενες «πρόοδοι» στη διάρκειά τους ήταν επίπλαστες, μια πλεκτάνη με την οποία οι ηγετικοί κύκλοι της Γερμανίας ωθούσαν προς την τωρινή κατάσταση.

·        Η εκλογή του Π. Παυλόπουλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας ήταν επίσης μια μη αναγκαία υποχώρηση. Υποδήλωνε την προθυμία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ για παραπέρα κινήσεις προς τα δεξιά, όταν η κατάσταση καλούσε για προσεκτικά βήματα προς τα αριστερά.

·        Η πληρωμή περίπου 8 δις € από τα ελληνικά αποθέματα στο EMF ήταν επίσης ένα βήμα προς την άμεση συνθηκολόγηση, ενώ και η επιλογή του χρόνου του δημοψηφίσματος ήταν ακατάλληλη. Αν η κυβέρνηση ήθελε να στηριχτεί στο λαό, θα έπρεπε να είχε οδηγήσει τα πράγματα σε ένα δημοψήφισμα το Φεβρουάριο ή το Μάρτιο, όταν είχε ακόμη τα μέσα για να αντισταθεί στην πίεση και το σαμποτάζ της ΕΕ για μερικούς μήνες τουλάχιστον.

·        Πέρα από αυτά τα δεξιά λάθη, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έκανε και ένα «αριστερό» λάθος όταν απέρριψε τη συμβιβαστική πρόταση που έκανε η Μέρκελ πριν από την απόφαση για το δημοψήφισμα. Αυτή η πρόταση για μια παράταση του τωρινού μνημονίου για 5 μήνες θα παρείχε στο ελληνικό κράτος 15,5 δις € για τη συγκεκριμένη περίοδο. Θα επρόκειτο για ένα σκληρό συμβιβασμό, που θα περιλάμβανε μια «αξιολόγηση» από τους «θεσμούς». Θα διαρκούσε όμως μόνο 5 μήνες αφήνοντας τις παραπέρα προοπτικές ανοικτές και δεν θα περιλάμβανε υποδουλωτικούς όρους, όπως το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας.

 Σε αυτό το διάστημα, η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να αυξήσει τα συναλλαγματικά αποθέματα από διάφορες πηγές (χρηματοδότηση ΕΕ, τουρισμός, φορολογία εισοδήματος, κ.ά.). Επιπλέον, το τέλος αυτού του πεντάμηνου θα συνέπιπτε με τις κοινοβουλευτικές εκλογές στην Ισπανία. Ένα ελληνικό δημοψήφισμα σε εκείνο το διάστημα, μαζί με μια πιθανή νίκη των αριστερών δυνάμεων στην Ισπανία (πιθανή ιδιαίτερα αν καταφέρουν να ενωθούν), θα έδινε μια ισχυρή ώθηση στα λαϊκά κινήματα σε όλη την Ευρώπη.

Όλα αυτά καταδεικνύουν πως, παρ’ όλες τις αρνητικές όψεις, αυτός θα ήταν ένας αποδεκτός συμβιβασμός και πως, αφού η ελληνική κυβέρνηση δεν προσανατολίστηκε προς ένα δημοψήφισμα το Μάρτιο, όταν είχε ακόμη τα μέσα για να στηρίξει μια τέτοια κίνηση, έπρεπε να κινηθεί σε αυτή την κατεύθυνση. Έτσι θα είχε εξασφαλίσει μια πραγματική ανάσα (και όχι φανταστική, όπως η προηγούμενη παράταση του ισχύοντος μνημονίου) και θα κρατούσε τις προοπτικές ανοικτές για μια αντεπίθεση ή ρήξη σε μια πιο κατάλληλη στιγμή.

Ο λόγος που η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε να επωφεληθεί από την ευκαιρία είναι ο φόβος της απέναντι στο λαό, μαζί με τις ψευδαισθήσεις της γύρω από τις προθέσεις των ηγετικών κύκλων της ΕΕ. Πηγαίνοντας στο δημοψήφισμα, πίστευε ότι θα μπορούσε να πετύχει κάτι καλύτερο από το τελεσίγραφο της ΕΕ, ενώ αυτό που τελικά «πέτυχε» είναι σαφώς χειρότερο. Ως αποτέλεσμα, δεν εξέτασε ποτέ σοβαρά την προοπτική μιας ρήξης την κατάλληλη στιγμή και της προετοιμασίας του λαού γι’ αυτήν, αλλά επέλεξε να φτάσει σε μια «τελική» συμφωνία με κάθε κόστος, ελπίζοντας αβάσιμα ότι δεν θα ήταν τόσο σκληρή.

Από την άλλη μεριά, στη βάση της παραπάνω ανάλυσης μπορούμε να δούμε γιατί οι υπεραριστερές κραυγές για «προδοσία» και «ρήξη τώρα» χάνουν το στόχο. Μια ρήξη με τις ελληνικές τράπεζες στην παρούσα κατάστασή τους δεν θα ήταν διαχειρίσιμη και θα τέλειωνε με χάος και επιβολή των κατευθύνσεων των δανειστών (ως όρο για την παροχή βοήθειας), ακόμη και μετά την εισαγωγή ενός εθνικού νομίσματος.

 Ο σωστός δρόμος θα ήταν να αξιοποιούνταν η πρόταση μιας «5μηνης συμφωνίας» και να προετοιμαστεί μια ρήξη στο τέλος της. Στους υπεραριστερούς κριτικούς περισσεύουν οι καταγγελίες, αλλά λείπει η συγκεκριμένη κατανόηση της κατάστασης και μια σαφής εκτίμησης της στιγμής, δυο στοιχεία που ο Λένιν τόνιζε διαρκώς ως 
θεμελιώδη στη μαρξιστική πολιτική.

Οι πολιτικές επιπτώσεις από τη νέα συμφωνία
Έτσι είτε αλλιώς, όπως ήρθαν τα πράγματα, είναι σαφές ότι η ψήφιση και εφαρμογή της νέας συμφωνίας θα έχει μεγάλες συνέπειες στον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, που δεν θα μπορεί να συνεχίσει όπως πριν, όσο και στην ευρύτερη ελληνική και ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. 

Το μέγεθος της υποχώρησης που αποτελεί η αποδοχή και η ψήφιση του νέου μνημονίου από την πλειοψηφία της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ καταδεικνύεται από το γεγονός ότι προσέφυγε στο λαό για να απορρίψει ένα άθλιο τελεσίγραφο των «θεσμών» και σε συνέχεια αναγκάστηκε να υπογράψει ένα νέο μνημόνιο που είναι ακόμη χειρότερο από αυτό το τελεσίγραφο, το οποίο δεν περιείχε όρους για εκποίηση της δημόσιας περιουσίας. Ταυτόχρονα, η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ ναρκοθετεί τις προοπτικές της Αριστεράς και σε ευρωπαϊκή κλίμακα, αφού η δυναμική κομμάτων όπως οι Ποντέμος σίγουρα θα υπονομευτεί από αυτή την έκβαση.

Η εσωτερική αντίδραση στο ΣΥΡΙΖΑ ενάντια στο νέο μνημόνιο είναι έτσι κατανοητή. Το ότι περίπου 40 βουλευτές του καταψήφισαν στις 15 Ιούλη τα προκαταρκτικά μέτρα που συνοδεύουν τη νέα συμφωνία, η κυκλοφορία την ίδια μέρα μιας Δήλωσης την οποία υπογράφουν 109 από τα 201 μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ με σαφή θέση ενάντια στη νέα συμφωνία, κ.ά., αποτελούν θετικά στοιχεία της κατάστασης. Το ερώτημα είναι αν αυτή η αντιπολίτευση θα εκφραστεί με τρόπους που να οδηγήσει σε ένα θετικό αποτέλεσμα, είτε διατηρώντας την ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως είναι επιθυμητό, είτε με τη δημιουργία ενός νέου, καλύτερου αριστερού κόμματος, αν καταστεί αναγκαίο.

Τα διακυβεύματα είναι πολλά, καθώς η προοπτική να χάσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τη δεδηλωμένη και να πάμε σε νέες εκλογές μετά από πρόταση μομφής της ΝΔ είναι ορατή. Η επιδίωξη των κυρίαρχων κύκλων της ΕΕ να οδηγήσουν σε παταγώδη αποτυχία την πρώτη αριστερή κυβέρνηση της Ευρώπης είναι επίσης δεδομένη. 

Αλλά και το αντίκτυπο των εξελίξεων στις κατεστημένες αστικές πολιτικές δυνάμεις δεν είναι μικρό. Η παραίτηση του Α. Σαμαρά αμέσως μετά το δημοψήφισμα από την ηγεσία της ΝΔ ήταν μόνο ένα προανάκρουσμά τους. Παραπέρα, θα ρίξουμε μια ματιά στις πιθανές ανακατατάξεις και ιδιαίτερα στις προοπτικές μιας επιτυχούς ανασύνταξης της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Ι. Μετά την υπογραφή της νέας συμφωνίας το κέντρο του ΣΥΡΙΖΑ και ο ίδιος ο Α. Τσίπρας έχουν συνταχθεί αποφασιστικά με τη δεξιά πτέρυγα του κόμματος ενάντια στην αριστερά, εκπροσωπούμενη κυρίως από την Αριστερή Πλατφόρμα του Π. Λαφαζάνη και μερικές μικρότερες ομάδες όπως η μαοϊκή ΚΟΕ, η τροτσκιστική ΔΕΑ, κ.ά.

 Το κέντρο και η δεξιά του ΣΥΡΙΖΑ, με πρωταγωνιστές στελέχη όπως οι Τσακαλώτος, Σταθάκης, Μπαλάφας, κ.ά., συνεργάζονται στην εφαρμογή του νέου μνημονίου. Το ερώτημα είναι: Πώς θα έπρεπε η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ να αντιδράσει στην παρούσα κατάσταση; Θα πρέπει να προσπαθήσει να παραμείνει μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ ή να προσανατολιστεί στη δημιουργία ενός νέου αριστερού κόμματος, είτε αποχωρώντας, είτε μετά από μια πιθανή διαγραφή της;

Το να ακολουθηθεί ο πρώτος δρόμος θα υπονοούσε ότι η Αριστερή Πλατφόρμα και οι άλλες αριστερές συνιστώσες θα υποτάσσονταν σε κάποιο βαθμό στην κομματική πειθαρχία, θα παραιτούνταν από τις θέσεις τους στην κυβέρνηση, θα ψήφιζαν τη συμφωνία και θα αρκούνταν για ένα διάστημα σε εσωκομματικό αντάρτικο, αναβάλλοντας την κεντρική σύγκρουση σε μια καλύτερη στιγμή, όταν πιθανά θα είχαν την πλειοψηφία. Ωστόσο, η Αριστερή Πλατφόρμα κινείται σε μια γραμμή άμεσης αντιπαράθεσης, η οποία αν ακολουθηθεί ως το τέλος θα οδηγήσει πολύ πιθανά σε μια διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ. 

Φυσικά, αυτό θα εξαρτηθεί επίσης από τη στάση της πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ[ii], αλλά είναι δύσκολο να δει κανείς πώς αυτές οι αντιπαρατιθέμενες τάσεις θα συνυπάρξουν στο πλαίσιο της εφαρμογής ενός νέου μνημονίου.
Μπορεί να επιχειρηματολογηθεί, ασφαλώς, ότι όσο σημαντική και αν είναι η ενότητα, σε μια τέτοια κρίσιμη στιγμή είναι προτιμότερο να επιχειρηθεί η δημιουργία ενός νέου κόμματος της Αριστεράς που θα παραμείνει πιστό στις διακηρύξεις και το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, παρά ο συμβιβασμός. 

Ακόμη και πολλοί υποστηρικτές της γραμμής της πλειοψηφίας παραδέχονται ότι το νέο μνημόνιο αντιστρατεύεται πλήρως σε αυτές τις διακηρύξεις και το πρόγραμμα, επιχειρηματολογώντας όπως οι παλιές κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ ότι είναι μια δυσάρεστη αναγκαιότητα γιατί δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος. Αυτή η γραμμή δράσης έχει επομένως μια δικαιολόγηση. Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει προετοιμαστεί γι’ αυτή και οι ομάδες που την αποτελούν δεν έχουν την αναγκαία συνοχή που θα έδινε τις εγγυήσεις μιας επιτυχίας.

Η Αριστερά Πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ, η πιο ισχυρή από αυτές, έχει μια γερή βάση στις οργανώσεις και το μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα τα συνδικαλιστικά στελέχη, κ.ά. Δεν διαθέτει, ωστόσο, μια βάση στη μαρξιστική διανόηση, εκτός από μερικούς αξιόλογους εκπροσώπους όπως οι Λαπαβίτσας, Τόλιος και Κουβελάκης, και έχει αποτύχει να παρουσιάσει μια σοβαρή εναλλακτική στρατηγική και σχέδιο. Δεν διαθέτει καν μια καθημερινή εφημερίδα, όπως έχουν ακόμη και μερικές μικρότερες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, και το σάιτ της, η Ίσκρα, βρίθει από προπαγανδιστικά και μερικές φορές ακόμη εθνικιστικά άρθρα.

 Οι άλλες αριστερές συνιστώσες, όπως η ΚΟΕ και η ΔΕΑ, δεν είναι επίσης απαλλαγμένες από σοβαρούς περιορισμούς, ενώ και κάποιες καλές ομάδες στις παρυφές του ΣΥΡΙΖΑ, όπως το Ξεκίνημα, δεν λειτουργούν συντονισμένα με τις υπόλοιπες. Όλα αυτά υποβάλλουν τουλάχιστον το ερώτημα αν είναι σκόπιμο να εξωθηθούν τα πράγματα στα άκρα σε αυτή τη φάση ή θα έπρεπε να προηγηθεί μια φάση οργάνωσης και προετοιμασίας.

ΙΙ. Το ΚΚΕ, με τη στάση που πήρε στο δημοψήφισμα, απέδειξε για άλλη μια φορά, τον ακραία σεκταριστικό, δογματικό και στην ουσία ψευδο-κομμουνιστικό χαρακτήρα του. Η ηγεσία του διακήρυξε το δημοψήφισμα να είναι μια απάτη, υποστηρίζοντας ότι και οι δυο πιθανότητες ενός νέου μνημονίου και της εξόδου από το ευρώ είναι εξίσου επιζήμιες για το λαό. Ο ΓΓ του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπας έφτασε μάλιστα να δηλώσει, στην ομιλία του κατά τη συζήτηση στη Βουλή στις 10 Ιούλη, ότι τμήματα της ελληνικής αστικής τάξης ήταν υπέρ της εξόδου από το ευρώ, καθώς αυτό θα τους επέτρεπε να εκμεταλλεύονται το εργατικό δυναμικό ακόμη πιο εντατικά[iii].

Αυτή η υποστήριξη του κεφαλαίου προς την έξοδο από το ευρώ υπήρχε μόνο μέσα στο κεφάλι του Δ. Κουτσούμπα. Όλες οι μονοπωλιακές επιχειρήσεις, οι επίσημες ενώσεις των βιομηχάνων και των εμπόρων, τα ΜΜΕ, κ.ά., υποστήριξαν ανοικτά το «Ναι» και πίεσαν αφόρητα τους εργαζόμενους υπέρ του, ενώ το ίδιο έκαναν σύσσωμα τα κόμματα του κατεστημένου, οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ, η ΚΕΔΕ, κ.ά.

 Στην ουσία, το ΚΚΕ χρησιμοποίησε τα συμβιβαστικά σχέδια της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και το γεγονός ότι αυτή επέλεξε μια όχι καλή στιγμή για το δημοψήφισμα, ως άλλοθι για να στρέψει την πλάτη του προς το λαό. Ωστόσο, η μάχη του δημοψηφίσματος, από τη στιγμή που εξαγγέλθηκε έπρεπε να δοθεί. Τα ψεύδη του ΓΓ του ΚΚΕ για υποστήριξη τμημάτων της αστικής τάξης στην έξοδο από το ευρώ, αποσκοπούν μόνο να κρύψουν ότι η ηγεσία του ΚΚΕ ενήργησε σαν υποχείριο της εγχώριας αντίδρασης και των δανειστών.

Το ΚΚΕ, ωστόσο, έχει μια συμπαγή οργάνωση και η Αριστερή Πλατφόρμα του ΣΥΡΙΖΑ έχει αποφύγει για χρόνια να το κριτικάρει, συμμαχώντας ακόμη με ρηχούς δημοσιογράφους του ΚΚΕ όπως ο Ν. Μπογιόπουλος. Υπάρχει συνεπώς ένας κίνδυνος, σε περίπτωση διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ, ότι το ΚΚΕ θα είναι ικανό να προσελκύσει ορισμένους από τους δυσαρεστημένους αριστερούς ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, αντί αυτοί να πάνε προς ένα νέο, άγνωστο κόμμα που θα σχηματίσει η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ.

ΙΙΙ. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ επίσης καταδίκασε σφοδρά το νέο μνημόνιο καλώντας σε ενδυνάμωση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Αυτό όντας θεμιτό, ωστόσο, δεν υπάρχει κανένας προβληματισμός στο εσωτερικό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ για την πλήρη αποτυχία της να αποκτήσει μια μαζική βάση και να οικοδομήσει πραγματικούς δεσμούς με το λαό. Οπωσδήποτε, οι ακτιβιστές της έπαιξαν ενεργό ρόλο στη μάχη για τη νίκη του «Όχι» στο δημοψήφισμα, ένα γεγονός που ανοίγει μερικές προοπτικές ενίσχυσής της στην επερχόμενη περίοδο. Ωστόσο, οι σεκταριστικές νοοτροπίες κύκλων που επικρατούν σε αυτή βάζουν σε αμφιβολία αν αυτή η ώθηση θα είναι αρκετά ισχυρή, ενώ μένει να δούμε τι στάση θα υιοθετήσει αν η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ σχηματίσει ένα νέο κόμμα.

1.     IV. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, με το ηχηρό «Όχι» του, δυνάμωσε την κρίση στα κόμματα του κατεστημένου, τόσο στα πρώην κυβερνητικά κόμματα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, όσο και στο γιάπικο Ποτάμι. Τα σχέδιά τους, που στόχευαν σε μια άμεση ανατροπή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, απέτυχαν. Χωρίς να εγκαταλείπουν αυτά τα σχέδια, οδηγήθηκαν έτσι να υιοθετήσουν μια πιο ευέλικτη τακτική ανοχής προς την τωρινή κυβέρνηση και κάποιου είδους συμφωνίας μαζί της ως την αρχή υλοποίησης του νέου μνημονίου. Η Ντόρα Μπακογιάννη, εκ των φαβορί για την ηγεσία της ΝΔ, πρότεινε ήδη το σχηματισμό μιας εθνικής κυβέρνησης «ειδικού σκοπού» με τον Τσίπρα επικεφαλής της.

2.    V. Στην επερχόμενη περίοδο, ο κίνδυνος από τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής θα αυξηθεί. Η Χρυσή Αυγή τάχθηκε υπέρ του «Όχι» στο δημοψήφισμα, για δημαγωγικούς σκοπούς και ελπίζοντας επίσης ότι θα επωφεληθεί από το χάος από μια αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ και τυχόν άτακτη έξοδο από το ευρώ.
Στα προηγούμενα χρόνια ο ηγετικός ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ στο αντι-μνημονιακό μέτωπο διασφάλιζε ότι η πλειοψηφία του ελληνικού λαού μετακινούνταν προς τα αριστερά. Με τον ΣΥΡΙΖΑ να παίρνει το δρόμο τού να μετατραπεί σε ένα μνημονιακό κόμμα και την οικονομική κατάσταση να επιδεινώνεται ακόμη παραπέρα, ο νεοναζιστικός κίνδυνος πάλι θα έρθει ισχυρά στο προσκήνιο.

Συμπερασματικά
Είναι μια κοινή πεποίθηση, στον κόσμο της Αριστεράς αλλά και ευρύτερα στην κοινωνία, ότι το νέο μνημόνιο δεν βγαίνει. Το πιο πιθανό του αποτέλεσμα θα είναι η εκποίηση της περιουσίας της χώρας στους κερδοσκόπους της ΕΕ και η σε συνέχεια ανοικτή χρεοκοπία της χώρας, που θα αφεθεί στην τύχη της. Τι όμως μπορεί να γίνει;
Ένας αριθμός αριστερών σχολιαστών υποστηρίζουν ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να σπάσει από το ευρώ μόνη της και, κάτω από μια κυβέρνηση της Αριστεράς, να γίνει μια ανεξάρτητη χώρα, όπως η Κούβα, η Βενεζουέλα ή η Αργεντινή. Αυτή η σύγκριση όμως είναι παράταιρη για δυο λόγους.

Πρώτ’ απ’ όλα, χώρες όπως η Βενεζουέλα και η Αργεντινή βρίσκονται σε ένα κατώτερο στάδιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, όπου υπήρχαν περιθώρια μιας ανασύνταξης με βάση κεϋνσιανού τύπου συνταγές, που εκεί δεν έχουν εξαντλήσει ακόμη πλήρως το δυναμικό τους. Στην Ελλάδα, αντίθετα, ο κεϋνσιανισμός έδωσε ό,τι μπορούσε να δώσει ως τη δεκαετία του 1980 και θα χρειαστούν πολύ πιο δραστικοί μετασχηματισμοί, με εργατικό έλεγχο στην παραγωγή και την οικονομία, ως όρος για την επιτυχία.
Κατά δεύτερο και πιο σημαντικό λόγο, η Κούβα, η Βενεζουέλα και η Αργεντινή απέκτησαν την ανεξάρτητη θέση τους χωρίς να έχουν μια Αμερικανική Ένωση, ένα αμερικανικό αντίστοιχο της ΕΕ, να αντιμετωπίσουν. 

Η ΕΕ είναι μια φυλακή των λαών και, για να υπάρξει μια επιτυχής δραπέτευση από αυτή, χρειάζεται η συνεργασία μερικών φυλακισμένων. Αυτό πιστοποιεί ότι στην παρούσα φάση δεν πρέπει να κριτικάρει κανείς τον ΣΥΡΙΖΑ γιατί προχώρησε σε ελιγμούς, διαπραγματεύσεις, κ.ά., αλλά για το ότι έκανε κακούς και αναποτελεσματικούς ελιγμούς, εξαιτίας της ανεπαρκούς εμπιστοσύνης της ηγεσίας του στο λαό. Οι φωνές για «προδοσία», ενάντια στους «συμβιβασμούς» γενικά, κοκ, υποτιμούν στην πραγματικότητα την ισχύ του αντιπάλου και τις δυσκολίες του ιστορικού καθήκοντος εμπρός. Με αυτή την έννοια, χρησιμοποιούν τις ανεπάρκειες του ΣΥΡΙΖΑ για να κρύβουν την ανεπάρκεια εκείνων που προσφεύγουν σε αυτές.

Η υπογραφή του νέου μνημονίου από την ελληνική κυβέρνηση άνοιξε μια νέα φάση του ταξικού αγώνα. Εκατομμύρια άνθρωποι στην ΕΕ είχαν μια άμεση εμπειρία της φύσης της ΕΕ, η οποία δεν έχει τίποτα να κάνει με τα συμφέροντα των λαών. Στην Ελλάδα ήδη μεγάλες απεργίες και κινητοποιήσεις βρίσκονται καθ’ οδόν. Το καθήκον της ριζοσπαστικής Αριστεράς σε αυτές τις συνθήκες θα είναι να ενισχύσει τους δεσμούς της με το λαό και, ενόψει της περιπλοκότητας της κατάστασης και των αγώνων που έρχονται, να μάθει επίσης να ελίσσεται έξυπνα και με επιτυχία.

*Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης.
[i] Για ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτού του τύπου της κριτικής, βλέπε π.χ. Κ. Μάρντσεν, «Η συμφωνία διάσωσης καταδεικνύει τη μνημειώδη κλίμακα της προδοσίας του ΣΥΡΙΖΑ», wsws, https://www.wsws.org/en/articles/2015/07/14/gree-j14.html.

[ii] Στο παρόν κείμενο αναφερόμαστε στην πτέρυγα που υποστηρίζει τη γραμμή του Α. Τσίπρα ως πλειοψηφία, καθώς έχει μια μεγάλη υπεροχή στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Η πλειοψηφία που έχει πετύχει, αντίθετα, στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ η απόρριψη της συμφωνίας με τη δήλωση των 109 μελών της, είναι μικρή και δεν έχει εκφραστεί ως τώρα σε κάποια πρακτική ενέργεια.

[iii] «Από τη μετάβαση σ’ ένα διπλό νόμισμα ή σ’ ένα αμιγώς εθνικό νόμισμα στη συνέχεια, μεγάλος χαμένος θα είναι και πάλι ο λαός, όπως είναι φυσικά και στην περίπτωση της υπογραφής ενός σκληρού μνημονίου… Το μεγάλο κεφάλαιο είναι αυτό που θα τη βγάλει και πάλι καθαρή. Ιδιαίτερα, μάλιστα, ορισμένα τμήματα του κεφαλαίου θα βγουν και ωφελημένα, γι’ αυτό και στήριξαν άμεσα ή έμμεσα ορισμένοι την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Θα προχωρήσει η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση κεφαλαίου, μέσα από την καταστροφή ενός μέρους του», Δ. Κουτσούμπας, «Οι τελευταίες εξελίξεις ας αποτελέσουν εφαλτήριο νέων μεγάλων ταξικών αγώνων», Ριζοσπάστης, 

Η λίστα ιστολογίων μου

ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

.

.